Έχουν πολλές φορές επισημανθεί οι – εκούσιες – μεθοδολογικές υστερήσεις της Κυβέρνησης αναφορικά με την κατάρτιση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας το οποίο υπεβλήθη προς την Ε.Ε. τον περασμένο Απρίλιο και εγκρίθηκε προσφάτως. Υστερήσεις που εκτός των άλλων σχετίζονται με την παντελή έλλειψη διαβούλευσης με τους εκπροσώπους της Αυτοδιοίκησης, με τους παραγωγικούς φορείς της χώρας, αλλά και τα κόμματα της Αντιπολίτευσης. Στον αντίποδα αυτής της πρακτικής βρίσκει κανείς τα Περιφερειακά Συνέδρια που πραγματοποιήθηκαν από την τότε Κυβέρνηση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και τον Αλέξη Τσίπρα, το 2017 σε ολόκληρη τη χώρα πριν από την κατάρτιση και δημοσίευση της Εθνικής Στρατηγικής για τη Βιώσιµη και Δίκαιη Ανάπτυξη 2030. Μάλιστα, η μεθοδολογική αυτή υστέρηση της Κυβέρνησης της Ν.Δ., καθώς και η στόχευση που φαίνεται ότι έχει η διάθεση των κονδυλίων ήγειρε και τις ανησυχίες των Ευρωπαϊκών θεσμών, πράγμα το οποίο έγινε γνωστό από το Διεθνή Τύπο.
Και πώς να μην υπάρχουν βάσιμες ανησυχίες και διάχυτη αβεβαιότητα, όταν ακόμη και στον φίλα προσκείμενο προς την Κυβέρνηση Τύπο διαβάζουμε ότι, 24 δισ. ευρώ θα εκταμιεύσουν οι τράπεζες την περίοδο 2021-2024, αλλά «μόνο για αξιόχρεες (bankable) επιχειρήσεις», όπου σύμφωνα με ανακοίνωση του Ε.Β.Ε.Α., «μόλις 15.000-25.000 μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, από τις 840.000 περίπου έχουν πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση»; Πώς να μην αγωνιά ο κόσμος της αγοράς όταν, «μόνο 1 στις 10 περίπου μπορούν να βοηθηθούν από κρατικές ενισχύσεις»; Και αυτά την ώρα, που σύμφωνα με τα όσα αναφέρει σε πρόσφατο άρθρο του ο Πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, το 75% των μικρομεσαίων επιχειρηματιών δηλώνει ότι υπέστη μεγαλύτερες ή μικρότερες ζημιές κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το 66% ότι δε θεωρεί ικανοποιητικά τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης και ένα 53% θεωρεί ότι ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας απειλεί με πτώχευση και απώλεια της πρώτης κατοικίας.
Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τις πρόσφατες εκτιμήσεις θεσμικών παραγόντων διεθνών οργανισμών, με χαρακτηριστικότερη αυτή του Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Luis de Guindo, ο οποίος και έκανε λόγο για «κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα», οι οποίοι «παραμένουν αυξημένοι και κατανέμονται με άνισο τρόπο», αλλά και «αύξηση του ποσοστού των πτωχεύσεων σε επίπεδα προ της πανδημίας», ενδεχόμενο το οποίο «δεν θα πρέπει να αποκλείεται σε ορισμένες χώρες της Ευρωζώνης», συνθέτουν ένα άκρως ανησυχητικό τοπίο στο εγχώριο οικονομικό περιβάλλον. Ένα εγχώριο περιβάλλον, του οποίου το πολιτικό προσωπικό που ασκεί τη διακυβέρνηση της χώρας δείχνει να αγνοεί βασικά συστατικά στοιχεία των πολιτικών, τις οποίες και καλούν τις Κυβερνήσεις ανά τον κόσμο να εφαρμόσουν πολλοί διεθνείς οργανισμοί. Στοιχεία όπως η συμπεριληπτική ανάπτυξη (inclusive growth) και η προσπάθεια για την άμβλυνση των συνεχώς διογκούμενων κοινωνικό – οικονομικών ανισοτήτων. Η άρνηση της Κυβέρνησης να ενσωματώσει πολιτικές και προτάσεις, που έχουν από καιρό κατατεθεί στη δημόσια σφαίρα (Πρόγραμμα ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Π.Σ.: «Ελλάδα+»), οι οποίες εμπεριέχουν, ανάμεσα σε άλλα, και τα παραπάνω στοιχεία, κινδυνεύει να μετατρέψει μία ιστορική στιγμή για τη χώρα μας, σε μία ακόμη, χαμένη ευκαιρία, μεταβάλλοντας το Ταμείο Ανάκαμψης σε Ταμείο «Παράκαμψης». Παράκαμψης της συντριπτικής πλειοψηφίας της επιχειρηματικότητας της χώρας προς όφελος λίγων και εκλεκτών.
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα newsbomb.gr στις 26.07.2021