Την περασμένη Πέμπτη, στο εβδομαδιαίο δελτίο του, ο ΣΕΒ έκανε μια ανασκόπηση του γύρου της διαπραγμάτευσης που ολοκληρώθηκε την ίδια μέρα, δίνοντας έμφαση στα «αναπτυξιακά αντίβαρα», με τα οποία χρειάζεται να συμπληρωθούν τα αντιλαϊκά μέτρα που τώρα συζητούν και αποφασίζουν κυβέρνηση – κουαρτέτο.
Από τις «αναπτυξιακές προτάσεις» του ΣΕΒ ξεχωρίζουν οι εξής: «Μεταρρυθμίσεις και εξορθολογισμός του ρυθμιστικού περιβάλλοντος εργασίας», ώστε να γίνει «πιο απλό, ευέλικτο και σαφές», παραμονή στην εργασία «για μακρύτερο χρονικό διάστημα», για να διασφαλίζεται η «βιωσιμότητα» του ασφαλιστικού συστήματος, μείωση του «μη μισθολογικού κόστους, μέσω στοχευμένων μειώσεων στις εργοδοτικές εισφορές».
Επίσης, μείωση των μη παραγωγικών δαπανών και τόνωση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, με παράλληλη μείωση της υπερφορολόγησης, μείωση των τιμών Ενέργειας, μέσω μείωσης ενεργειακών φόρων και απελευθέρωσης της αγοράς και επέκταση των ευρωπαϊκών υποδομών Μεταφοράς και Ενέργειας, «μέσω άρσης όλων των εμποδίων (ρυθμιστικών, διοικητικών, τεχνικών)».
Οι βιομήχανοι επαναλαμβάνουν πάγιες αξιώσεις που σχετίζονται με τα Εργασιακά, το Ασφαλιστικό, την αναδιάρθρωση των κρατικών δαπανών και τα άλλα «αναπτυξιακά», όπως τα ονομάζουν, μέτρα και κίνητρα, που θα συμβάλουν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των επιχειρηματικών τους ομίλων.
Πολλά απ’ αυτά έχουν περιληφθεί σε προηγούμενους νόμους και αποτελούν σήμερα την αιχμή του δόρατος στην επίθεση που εξαπολύουν κυβέρνηση – κεφάλαιο – ΕΕ – ΔΝΤ σε βάρος των εργατικών – λαϊκών δικαιωμάτων και αναγκών.
Το «μανιφέστο» των βιομηχάνων
Το «μανιφέστο» αυτό του ΣΕΒ, χωρίς να περιέχει κάτι πραγματικά καινούργιο, έρχεται σε μια καθόλου τυχαία στιγμή, την ώρα δηλαδή που η κυβέρνηση με τους εταίρους και δανειστές της ετοιμάζονται να κλείσουν τη συμφωνία της δεύτερης «αξιολόγησης», η οποία, κατά τα λεγόμενά τους, θα σηματοδοτήσει την έναρξη της «μετα-μνημόνιο» εποχής, την περίοδο δηλαδή της ανάκαμψης της οικονομίας.
Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης που συνεχίζεται, έχουν ήδη συμφωνηθεί νέα μέτρα για μετά το 2018, ύψους 3,6 δισ. ευρώ, που θα προέλθουν από τη μείωση του αφορολόγητου για τα λαϊκά στρώματα, από την αύξηση δηλαδή της φορολογίας τους, και από την παραπέρα μείωση των ήδη αποδιδόμενων συντάξεων με την εφάπαξ, όπως όλα δείχνουν, περικοπή της «προσωπικής διαφοράς».
Σ’ αυτά θα έρθουν να προστεθούν τα λεγόμενα «αντίμετρα» ή «αντισταθμιστικά», για τα οποία η κυβέρνηση προσπαθεί να καλλιεργήσει προσδοκίες στο λαό ότι θα εξουδετερώσουν τις αρνητικές συνέπειες που θα έχουν στο πενιχρό του εισόδημα η αύξηση της φορολογίας και η παράλληλη μείωση των συντάξεων.
Από τις ίδιες τις εξελίξεις, όμως, επαληθεύεται ότι η κυβέρνηση κοροϊδεύει και προκαλεί τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα, αφού τα «αντίμετρα» που σχεδιάζει δεν είναι τίποτα περισσότερο από συμπλήρωμα στο «κυρίως πιάτο» των αντιλαϊκών μέτρων.
Αυτό δεν επιβεβαιώνεται μόνο από τις προτάσεις που συζητάει το κουαρτέτο, ούτε μόνο από τις πάγιες αξιώσεις του ΣΕΒ. Επαληθεύεται πάνω απ’ όλα από τη συνέπεια της κυβέρνησης στην υπηρέτηση του στόχου της καπιταλιστικής ανάκαμψης, την οποία η ίδια διακηρύττει απέναντι στο κεφάλαιο και το κουαρτέτο, με «πειστήρια» τα αντιλαϊκά μέτρα που ψήφισε έως τώρα, την αποφασιστικότητά της να ολοκληρώσει την «αξιολόγηση» με νέο πακέτο ανατροπών και με την κατάθεση προτάσεων για «αναπτυξιακά αντίμετρα», όπως αυτά που λέει ο ΣΕΒ.
Κερδισμένοι και (μόνιμα) χαμένοι
Αυτό κάνει η κυβέρνηση: Αντιγράφει από τα κιτάπια των βιομηχάνων τις «αναπτυξιακές» τους προτάσεις και τις μετατρέπει σε νόμους, μέτρα και μεταρρυθμίσεις. Για του λόγου το αληθές, τις προάλλες η «Αυγή» έγραφε πανηγυρικά ότι η κυβέρνηση έχει ήδη καταθέσει στη διαπραγμάτευση «αναπτυξιακές προτάσεις» ύψους μισού δισ. ευρώ, οι οποίες περιλαμβάνονται στα λεγόμενα «αντίμετρα».
Ποιες είναι αυτές; Κεφάλαια για εξοικονόμηση Ενέργειας σε ελληνικές επιχειρήσεις που είναι ενεργοβόρες (κυρίως βιομηχανία). Κεφάλαια για τη στήριξη στοχευμένων περιφερειακών υποδομών. Επιπλέον κεφάλαια για τον «αναπτυξιακό νόμο», ο οποίος ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη. Περιττό να πούμε ότι οι προτάσεις αυτές ταυτίζονται με τον πυρήνα των μέτρων που ο ΣΕΒ κατατάσσει στα «αναπτυξιακά αντίμετρα».
Εχει μια αξία να δει κανείς τι προσφέρει στο κεφάλαιο και τι αφαιρεί από το λαό το καθένα από αυτά τα «αντισταθμιστικά» που λέει η κυβέρνηση. Τα κεφάλαια για τη μείωση του κόστους της Ενέργειας στις ενεργοβόρες βιομηχανίες, με νέες εκπτώσεις και διευκολύνσεις, που αυξάνουν τα περιθώρια της κερδοφορίας τους, είναι η άλλη όψη του κυνηγητού που εξαπολύουν κράτος και ΔΕΗ ΑΕ στα λαϊκά νοικοκυριά που αδυνατούν να αποπληρώσουν τις οφειλές τους, στέλνοντας τα χρέη τους σε εισπρακτικές εταιρείες για τα περαιτέρω.
Με άλλα λόγια, η ΔΕΗ προετοιμάζει σαφάρι εισπράξεων από το λαό, για να μπορεί με άνεση να κάνει διευκολύνσεις και εκπτώσεις στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους.
Οσο για τα «κεφάλαια για τη στήριξη στοχευμένων περιφερειακών υποδομών», είναι αυτονόητο ότι αυτές δεν αφορούν έργα για την ικανοποίηση σύγχρονων λαϊκών αναγκών (αντιπλημμυρικά – αντισεισμικά, άρδευσης γεωργικών εκτάσεων κ.ά.), αλλά υποδομές ενταγμένες στο στρατηγικό στόχο της «παραγωγικής ανασυγκρότησης», με ενίσχυση της κρατικής στήριξης σε κλάδους που καταγράφουν συγκριτικά πλεονεκτήματα και κερδοφόρα προοπτική, όπως οι συνδυασμένες μεταφορές, η Ενέργεια κ.ά.
Τέλος, και μόνο η αναφορά της κυβέρνησης στον «αναπτυξιακό νόμο» που ψήφισε τον περασμένο Ιούνη, σηματοδοτεί έναν νέο γύρο αναδιανομής του λαϊκού εισοδήματος προς όφελος των μεγάλων ομίλων, αφού μεγαλύτερο μέρος των άμεσων και έμμεσων φόρων που συγκεντρώνουν τα κρατικά ταμεία, θα γίνονται επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις, απαλλαγές και ενισχύσεις για το κεφάλαιο.
Κάλπικες διαχωριστικές γραμμές
Αν στα παραπάνω προστεθούν τα «αναπτυξιακά αντίμετρα» που προτείνει ο ΣΕΒ και συγκεκριμένα η μείωση των εργοδοτικών εισφορών, η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, οι περικοπές σε «αντιαναπτυξιακές» κοινωνικές και προνοιακές δαπάνες, τότε αποκτά κανείς μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για την «οικονομική άνοιξη» που προσδοκά η κυβέρνηση στην εποχή της ανάκαμψης και της «μετα-λιτότητας». Μόνο που για το λαό αυτό μεταφράζεται σε βαθιά «βαρυχειμωνιά» σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα και τις σύγχρονες ανάγκες του.
Εύλογα, επίσης, θα αναρωτηθεί κανείς: Αν αυτά είναι τα «αντίμετρα», τότε τι διαφορά έχουν από τα αντιλαϊκά μέτρα που θα περιλαμβάνει η ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης; Καμιά απολύτως.
Μέτρα και «αντίμετρα» αλληλοσυμπληρώνονται και εναλλάσσονται, όσο κι αν η κυβέρνηση και το κεφάλαιο προσπαθούν να τα διαχωρίσουν με πλαστές γραμμές, χαρακτηρίζοντας τα πρώτα «υφεσιακά» και τα δεύτερα «αναπτυξιακά». Ολα είναι μέτρα και μεταρρυθμίσεις που παίζουν μικρότερο ή μεγαλύτερο ρόλο στη στήριξη του κεφαλαίου, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του.
Με δεδομένα τα παραπάνω, το κεφάλαιο έχει λόγους να αισθάνεται ικανοποίηση για την εξέλιξη της διαπραγμάτευσης, όσο κι αν θα ήθελε πιο γρήγορους ρυθμούς στην υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής. Πολύ περισσότερο που ο ΣΕΒ, στο εβδομαδιαίο δελτίο του, κάνει ανοιχτά τη σύγκριση με τα άλλα κράτη – μέλη της ΕΕ, καλώντας την κυβέρνηση να ακολουθήσει τις «αναπτυξιακές» τους πρακτικές, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος να μεγαλώσει το χάσμα της ανταγωνιστικότητας που υπάρχει ανάμεσα στις διαφορετικές οικονομίες της ΕΕ και της Ευρωζώνης.
«Ταμείο» αυτοί, «ταμείο» και ο λαός!
Αποχωρώντας την Πέμπτη από την Ελλάδα, σε κοινή τους ανακοίνωση, οι «θεσμοί» του κουαρτέτου αναγνωρίζουν ότι «έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος σε ένα ισορροπημένο δημοσιονομικό πακέτο για την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος και σε έναν αριθμό κρίσιμων μεταρρυθμίσεων, ειδικά στον χρηματοπιστωτικό τομέα». Κάνουν απολογισμό ενός ακόμα γύρου της διαπραγμάτευσης και κρίνουν θετικό το αποτέλεσμα, από τη σκοπιά του εύρους των αντιλαϊκών εκκρεμοτήτων που κλείνουν, και των ρυθμών της διαπραγμάτευσης που επιταχύνονται.
«Ταμείο» κάνουν και οι βιομήχανοι, εκφράζοντας κι αυτοί την ικανοποίησή τους, αλλά κυρίως την «επιθυμία» τους τα πράγματα να τρέξουν πιο γρήγορα το επόμενο διάστημα, προκειμένου να ολοκληρωθεί η «αξιολόγηση», με όλα τα αντιλαϊκά μέτρα που περιλαμβάνει. «Ταμείο» όμως χρειάζεται να κάνει κι ο λαός, έχοντας συγκεντρώσει ακόμα μεγαλύτερη πείρα από την περίοδο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Η διάψευση των προσδοκιών που σκόπιμα καλλιέργησε ο ΣΥΡΙΖΑ όταν αντιπολιτευόταν την κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, η επιβεβαίωση ότι δεν μπορεί να υπάρξει λύση στα οξυμένα λαϊκά προβλήματα, ούτε καν ανακούφιση του λαού, από την εναλλαγή στη διακυβέρνηση των κομμάτων που υπόσχονται να συμβιβάσουν τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες με το καπιταλιστικό κέρδος, η εξόφθαλμη συμβολή του εργοδοτικού – κυβερνητικού συνδικαλισμού στην προσπάθεια κυβέρνησης και εργοδοσίας να επιβάλουν «σιγή νεκροταφείου» απέναντι στην πολιτική τους, είναι στοιχεία και συμπεράσματα που χρειάζεται να συζητηθούν πλατιά με τους εργαζόμενους στους χώρους δουλειάς.
Από τις ίδιες τις εξελίξεις, προβάλλει σήμερα η αναγκαιότητα να ανασυνταχθεί το εργατικό κίνημα, να μπουν νέες δυνάμεις στη μάχη. Να ενωθούν σε μια μεγάλη συμμαχία οι εργάτες, οι υπάλληλοι, οι βιοπαλαιστές αγρότες, οι αυτοαπασχολούμενοι ΕΒΕ, οι νέοι και οι γυναίκες, σε κατεύθυνση ρήξης με τα μονοπώλια.
Αυτός είναι ο δρόμος για την υπεράσπιση των εργατικών – λαϊκών δικαιωμάτων, τη διεκδίκηση των απωλειών που είχαν οι εργαζόμενοι και τα άλλα λαϊκά στρώματα τα προηγούμενα χρόνια, την ανάπτυξη αγώνων με κριτήριο τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες. Αυτός όμως είναι ο δρόμος και για την προετοιμασία νέων αναμετρήσεων και νικηφόρων αγώνων, με στόχο οι εργαζόμενοι να πάρουν την εξουσία στα χέρια τους, να κάνουν λαϊκή ιδιοκτησία όλο τον πλούτο που παράγουν, να κοινωνικοποιήσουν τα μονοπώλια, μόνο έτσι θα ικανοποιήσουν τις σύγχρονες ανάγκες τους, σύμφωνα με τις κατακτήσεις της τεχνολογίας και της επιστήμης.