Ο Τομεάρχη Οικονομικών της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρα, πραγματοποίησε ομιλία στη Βουλή για το Σχέδιο Νόμου για την Παιδεία. Αναλυτικά:
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Η επιστήμη από παλαιά, αλλά συστηματικά μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, έχει τεκμηριώσει ότι η ισχύς κάθε κράτους επηρεάζεται κυρίως από την ποσότητα και πρωτίστως από την ποιότητα, του ανθρώπινου κεφαλαίου, της έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης και της καινοτομίας.
Ο κύριος θεσμικός μηχανισμός παραγωγής, συσσώρευσης και διάχυσης του ανθρώπινου κεφαλαίου είναι η εκπαίδευση.
Η τριτοβάθμια εκπαίδευση παίζει κομβικό ρόλο στις κοινωνίες και στις οικονομίες της γνώσης.
Οι διαχρονικές εξελίξεις βεβαιώνουν ότι χώρες οι οποίες έλαβαν σοβαρά υπόψη, σε επίπεδο εφαρμοσμένης πολιτικής, τις υποδείξεις της επιστήμης, ενισχύουν διαρκώς τη θέση τους στο όλο και πιο ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον.
Στη χώρα μας, στα πεδία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας, έχουν γίνει, κατά περιόδους, βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Έχουν διαμορφωθεί νησίδες ποιότητας και αριστείας.
Όμως εξακολουθούν τα κρίσιμης σημασίας αυτά πεδία να παρουσιάζουν εκτεταμένες αναχρονιστικές αγκυλώσεις, υπό την επήρεια ιδεοληψιών και λόγω μη αναγνώρισης των διεθνών εξελίξεων.
Στην παρούσα φάση, υπάρχει ανάγκη για θεσμικές παρεμβάσεις στρατηγικής φύσεως.
Αντί αυτού, η νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης είναι πολύ φτωχή.
Εστιάζει, κυρίως, σε εσωτερικές διευθετήσεις, μεταξύ ομάδων επιρροής.
Δεν βρίσκεται σε αντιστοίχηση προς τις ανάγκες των πεδίων και της δυναμικής των καιρών.
Δεν προωθεί αποτελεσματικά το μακροχρόνιο συμφέρον της χώρας, της οικονομίας και των πολιτών.
Είναι, τελικά, μια εσωστρεφής παρέμβαση.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Η μείζον πρόκληση για τα εν λόγω δύο συμπληρωματικά συστήματα είναι η διασφάλιση της συνεχούς βελτίωσης της ποιότητας, μιας και η ποσοτική διάσταση στο πεδίο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει, εν πολλοίς, αντιμετωπισθεί.
Επ’ αυτού, η νομοθετική πρωτοβουλία δεν συνεχίζει, με γοργά βήματα, αυτά που έγιναν τα τελευταία δώδεκα χρόνια.
- Δεν προωθεί την αξιολόγηση των ιδρυμάτων και των συνιστωσών τους και δεν τη συνδέει με ένα ποσοστό της δημόσιας χρηματοδότησης.
- Δεν προωθεί την εξωστρέφεια και τη διεθνοποίηση. Δεν κινητροδοτεί τα ΑΕΙ για να κινηθούν εξωστρεφώς στο ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Αντ’ αυτού τα υποχρεώνει, π.χ. για την εκπαίδευση φοιτητών από άλλες χώρες, σε προπτυχιακό επίπεδο, να συνεργασθούν με το Διεθνές Πανεπιστήμιο.
Τριτοβάθμιο Ίδρυμα βέβαια το οποίο η παράταξή μας ίδρυσε και συγκρότησε την περίοδο 2005-2007, και το οποίο ανταποκρίνεται, σε υψηλό βαθμό, στην αποστολή του.
Υποστηρίζω την ανάπτυξη συνεργασιών μεταξύ των ανώτατων ιδρυμάτων και των ερευνητικών κέντρων προς τις κατευθύνσεις που προανέφερα, χωρίς δαιδαλώδεις καταναγκασμούς και εν τέλει με αξιολόγηση των αποτελεσμάτων τους.
Επίσης, έχουμε ξεχάσει, κόντρα σε ότι κάνουν άλλες χώρες, τα μη κρατικά πανεπιστήμια μετά την μη στήριξη της συνταγματικής μεταρρύθμισης του 2006-2008.
Τι θα γίνει με αυτή την εκκρεμότητα;
Θα συνεχίσουμε το στρουθοκαμηλισμό;
- Επίσης, το Σχέδιο Νόμου δεν προωθεί ένα πιο σύγχρονο σύστημα αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ και των Κέντρων Έρευνας και Καινοτομίας.
Αντιθέτως, ενδεικτικά, εισάγει ένα ασφυκτικό, υπέρμετρα περιοριστικό και γραφειοκρατικό πλαίσιο για τα μεταπτυχιακά προγράμματα.
Ενώ εισάγει και πολλαπλές εστίες εξουσίας και εξαρτήσεις.
Η νομοθετική πρωτοβουλία θα έπρεπε να περιορίζει τον σφικτό κρατικό εναγκαλισμό και να δίνει περισσότερη αυτονομία, με συνοδό βεβαίως την πληρέστερη αξιολόγηση.
Ως προς την δημόσια χρηματοδότηση, επειδή σε κάθε οικονομία οι πόροι είναι περιορισμένοι, και όταν αυτοί επενδύονται πρέπει να έχουν υψηλή αποδοτικότητα, απαιτείται να αλλάξουμε το δόγμα.
Από το «περισσότερα χρήματα» να περάσουμε, συνειδητά, στο δόγμα: «περισσότερα χρήματα ναι, αλλά με πολύ περισσότερο και αξιολογούμενο έργο». Αρκετά με τις αόριστες και ατεκμηρίωτες ιδεοληψίες.
Μόνο τότε οι κρίσιμοι αυτοί τομείς θα αποδώσουν περισσότερο ως επενδύσεις και θα συμβάλλουν ακόμη περισσότερο στη βιώσιμη ανάπτυξη και την ευημερία.
- Ακόμη, το Σχέδιο Νόμου δεν προωθεί, γενναία, τη σύνδεση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, έρευνας και καινοτομίας και οικονομίας.
- Τέλος, θεωρώ πρόβλημα για την κοινωνία, το πολιτικό και το ακαδημαϊκό σύστημα το γεγονός ότι 43 χρόνια μετά τη μεταπολίτευση, συζητούμε ακόμη θέμα ασύλου και ακαδημαϊκών ελευθεριών.
Δεν μπορεί αενάως να κυνηγούμε την ουρά μας.
Δεν μπορεί η Κυβέρνηση να επαναφέρει παθογένειες και στρεβλώσεις του παρελθόντος.
Το θέμα έπρεπε να έχει κλείσει για όλους μας, χθες.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Η πατρίδα μας, για να έχει προοπτική στο νέο παγκόσμιο ανταγωνιστικό περιβάλλον, οφείλει να μαθαίνει εγκαίρως από την επιστήμη και τη ζωή.
Αν έτσι συμβεί, οφείλουμε να αναδείξουμε, έμπρακτα, ως προτεραιότητα την επένδυση στη γνώση, όχι μόνο με την αύξηση των δαπανών που αποτελεί όμως από μόνη της ελλειμματική προσέγγιση, αλλά με την ανάπτυξη ενός ποιοτικού, ανοικτού, εξωστρεφούς, διεθνοποιημένου συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και ενός εθνικού «οικοσυστήματος» έρευνας και καινοτομίας, προσαρμοσμένο στην ευρωπαϊκή και διεθνή πραγματικότητα.
Οφείλουμε, στη Βουλή, να διατυπώσουμε, ρητά, έναν εθνικό στρατηγικό στόχο:
Μέχρι το 2025, 2 τουλάχιστον ελληνικά Πανεπιστήμια να είναι στα 100 καλύτερα και τουλάχιστον 10 στα 1.000 καλύτερα του κόσμου.
Με βάση τις κατατάξεις διεθνών φορέων, γνωρίζοντας βεβαίως τη σχετική αξία αυτών των κατατάξεων.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Δυστυχώς, με το υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου της Κυβέρνησης δεν γίνονται ουσιαστικά βήματα προς τα εμπρός.
Και με δεδομένο ότι οι άλλες χώρες προχωρούν γρήγορα, εμείς ουσιαστικά μένουμε πίσω.