O Βουλευτής Γεώργιος Κοτρωνιάς ήταν εισηγητής στη χθεσινή συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης με θέμα ημερήσιας διάταξης: «Ενημέρωση των μελών της Επιτροπής από τον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών, κ. Στ. Πέτσα σχετικά με τη διαχείριση του πρόσφατου κύματος κακοκαιρίας «Μήδεια» .
Κατά την εισήγηση του, ο βουλευτής ανέφερε αναλυτικά:
«…. Τα χαρακτηριστικά της κλιματικής αλλαγής την οποία βιώνουμε εδώ και μερικά χρόνια είναι κυρίως η αύξηση της συχνότητας των ακραίων καιρικών φαινομένων που έχει ως αποτέλεσμα να αστοχούν οι υφιστάμενες υποδομές της χώρας, οι οποίες, προφανώς μελετημένες με βάση τα μετεωρολογικά στατιστικά στοιχεία παλαιότερων δεκαετιών, είναι σχεδιασμένες για μικρότερης έντασης και πολύ σπανιότερης χρονικά εμφάνισης ακραίων φαινομένων.
Η «Μήδεια», σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της εθνικής μετεωρολογικής υπηρεσίας ήταν μία σφοδρότατη κακοκαιρία, η οποία είχε να εμφανιστεί 40 περίπου χρόνια.
Για αυτήν την κακοκαιρία υπήρξε μετεωρολογική πρόγνωση και άμεση κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού, ο οποίος αντιμετώπισε αποτελεσματικά τις περισσότερες των περιπτώσεων που σημαίνει ότι το κράτος δεν αιφνιδιάστηκε. Και όπως με τον Ιανό, το σεισμό στα Ιόνια, το σημερινό σεισμό της Ελασσόνας, δείχνει εξαιρετικά αντανακλαστικά.
Έτσι και στη Μήδεια, σε συνεχή βάση έριξε όλες τις δυνάμεις του. Το Υπουργείο Εσωτερικών έγκαιρα έστειλε ενημερώσεις στους δήμους και τις περιφέρειες και πράγματι υπήρξε κινητοποίηση των φορέων για την επιτυχή αντιμετώπιση, με μοναδική εξαίρεση την περίπτωση των διακοπών του ρεύματος. Και τούτο γιατί;
Γιατί εκεί ξεπεράστηκε η φέρουσα ικανότητα ενός νευραλγικού τομέα του κρατικού μηχανισμού, συγκεκριμένα του ΔΕΔΔΗΕ.
Για να δούμε όμως τα πραγματικά δεδομένα της κακοκαιρίας.
Η συνολική διάρκεια της χιονόπτωσης στην Αττική ήταν 36 ώρες, με την πιο έντονη κακοκαιρία στο κέντρο της Αθήνας να διαρκεί 24 ώρες και το ύψος του χιονιού να φτάνει τα 25 εκατοστά.
Από την εκδήλωση των πρώτων φαινομένων της κακοκαιρίας, ο μηχανισμός διάνοιξης της εθνικής οδού ήταν επί ποδός και ως βουλευτής της επαρχίας και δηλ. της Φθιώτιδας όπου το μεγαλύτερο τμήμα του εθνικού δικτύου, έχω προσωπική άποψη για την συνεχή επέμβαση καθ’ όλο το μήκος, όπως έχω προσωπική άποψη και για την σφοδρότητα της χιονόπτωσης, η οποία ξανάκλεινε την εθνική οδό μετά το πέρασμα της πρώτης και της δεύτερης αλατιέρας, εκχιονιστικού.
Παρόλα αυτά, χάρη στην έγκαιρη πολιτική απόφαση, που εκ του αποτελέσματος αποδείχτηκε απολύτως ορθή, δεν είχαμε φαινόμενα εγκλωβισμού και διακινδύνευσης ανθρώπινων ζωών, όπως είχαμε το Δεκέμβριο του 2017, που και πάλι από προσωπική εμπειρία συγγενικής μου οικογένειας, γνωρίζω ότι αποκλείστηκαν οι οδηγοί και οι ταξιδιώτες για οχτώ περίπου ώρες στην εθνική οδό Αθηνών-Λαμίας.
Όμως, τελικά το μεγάλο πρόβλημα προέκυψε από την διακοπή παροχής ρεύματος. Αξίζει να τονιστεί ότι η αυτοψία κατέδειξε ότι οι βλάβες στο εναέριο δίκτυο, άρα και οι διακοπές, οφείλονταν σε πτώσεις δέντρων και μεγάλων κλαδιών πάνω στα εναέρια καλώδια.
Και οι πτώσεις αυτές ήταν συνεχείς. Στην Αττική πάνω από 800 σπασμένα δέντρα έπεσαν στο δίκτυο. Ουσιαστικά, έπεφτε ένα δέντρο ανά 2 λεπτά περίπου.
Ο ΔΕΔΔΗΕ, ο οποίος στα χρόνια της κρίσης προφανώς δεν είχε κάνει τις απαραίτητες επενδύσεις, βρέθηκε αντιμέτωπος με μία κατάσταση που δεν έχει προηγούμενο εδώ και δεκαετίες αφού τα προβλήματα παρουσιάστηκαν συγχρόνως και παντού, σε όλη την Ελλάδα και περισσότερα από 600 συνεργεία και 1500 εργαζόμενοι πανελλαδικά εργάστηκαν για την επιδιόρθωση των βλαβών.
Ειδικά στα βόρεια προάστια, σε εικοσιτετράωρη βάση, εργάστηκαν περισσότερα από 400 άτομα που ενισχύθηκαν με επιπλέον μονάδες εκτός Αθηνών και συνεπικουρήθηκαν από δυνάμεις των δήμων, της πυροσβεστικής, της πολιτικής προστασίας, ακόμα και του στρατού.
Ακούστηκαν πολλές απόψεις για το ποιος έχει την ευθύνη για τη λειτουργικότητα αυτών των δικτύων και αν θα πρέπει οι δήμοι να φροντίζουν για την καθαρότητα του δικτύου.
Κοιτάξτε η ευθύνη είναι του ΔΕΔΔΗΕ .
Ο ΔΕΔΔΗΕ στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του πρέπει να μεριμνά για την αδιάλειπτη, ασφαλή λειτουργία του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και γι’ αυτό οι σχετικοί κανονισμοί προβλέπουν το κλάδεμα των δέντρων, με αποκλειστικό σκοπό την αποφυγή επαφής των ενεργών αγωγών του δικτύου με παρακείμενα δέντρα, σε περιπτώσεις ισχυρών ανέμων ή χιονοθύελλας. Γι’ αυτό και ο ΔΕΔΗΕ πραγματοποιεί τέτοιες εργασίες κλαδέματος δέντρων κάθε χρόνο.
Από την άλλη πλευρά, το κλάδεμα και η κοπή των δέντρων με σκοπό την πρόληψη κινδύνων από πτώσεις σε ανθρώπους, αυτοκίνητα και εγκαταστάσεις εξαιτίας δυσμενών καιρικών συνθηκών είναι αρμοδιότητα των δήμων.
Όμως στα αλήθεια πέστε μου, ποια τεχνική υπηρεσία του Δήμου μπορεί να προβλέψει ότι ένα υγιέστατο κατά τ’ άλλα δέντρο, το οποίο μάλιστα βρίσκεται μέσα σε ιδιοκτησία κάποιου ιδιώτη, μπορεί από ένα ακραίο καιρικό φαινόμενο να σπάσει και να πέσει μέσα στο δρόμο, να τον κλείσει και πέφτοντας να παρασύρει και τις γραμμές μεταφοράς του ηλεκτρικού ρεύματος.
Γι’ αυτό και είναι απαραίτητη η πρωτοβουλία που ανακοίνωσε πριν λίγο ο Υπουργός σε συνεργασία με την ΕΝΠΕ, την ΚΕΔΕ και με προσωπικότητες που έχουν χειριστεί ζητήματα σαν αυτό, ώστε να μπορέσουμε να δούμε τι συμβαίνει κυρίως στις αστικές περιοχές, προκειμένου να ξεκαθαρίσουμε τις αρμοδιότητες.
Σήμερα λοιπόν που είμαστε στην επόμενη μέρα, δύο ζητήματα πρέπει να αντιμετωπίσουμε:
- Το πρώτο είναι το ξεκαθάρισμα και ο καθορισμός των αρμοδιοτήτων σε παρόμοιες περιπτώσεις για τον καλό συντονισμό των διαφόρων φορέων σε τέτοιες έκτακτες καταστάσεις και
- Το δεύτερο είναι η εφαρμογή μιας πολιτικής υποδομών και παρεμβάσεων, η οποία θα κάνει τα συστήματα αυτά ανεπηρέαστα από τις καιρικές συνθήκες.
Είναι πέρα ως πέρα σωστή και απαραίτητη η πρωτοβουλία που αναλαμβάνει το Υπουργείο Εσωτερικών για την ενίσχυση των μηχανισμών πολιτικής προστασίας με τις επενδύσεις, τόσο στο πεδίο αυτό, όσο και στο πεδίο της Μετεωρολογίας, με την κατασκευή δικτύου 80 μετεωρολογικών σταθμών και 10 ραντάρ με αισθητήρες. Όπως επίσης η νομοθετική πρωτοβουλία για την αποσαφήνιση των αρμοδιοτήτων μεταξύ κεντρικού κράτους, αποκεντρωμένων διοικήσεων περιφερειών και των δήμων. Όπως επίσης και το ξεκαθάρισμα των υποχρεώσεων αυτών των φορέων που αφορούν στην συντήρηση των υποδομών τους, την εξασφάλιση της λειτουργικότητας και τον τρόπο επέμβασης, συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ τους σε κάθε μορφής απειλή.
Μένω ειδικά στην περίπτωση διακοπών του ηλεκτρικού ρεύματος από πτώσεις δέντρων και κλαδιών πάνω στα εναέρια καλώδια, για τις οποίες πιστεύω ότι μία είναι η πολιτική. Ένας είναι ο τρόπος που λύνει οριστικά το πρόβλημα αυτό μέσα στις αστικές περιοχές και ειδικά σε εκείνες που διαθέτουν πλούσιο και υψηλό αστικό πράσινο, αλλά και στις δασώδεις, εκτός σχεδίου περιοχές της χώρας:
Η υπογειοποίηση των γραμμών του συστήματος μεταφοράς του ηλεκτρικού ρεύματος.
Η υπογειοποίηση έχει πολλά πλεονεκτήματα και ένα μόνον μειονέκτημα: Το αυξημένο κόστος της, το οποίο όμως με αποφασιστικότητα πρέπει να αναληφθεί, αφού με την υπογειοποίηση απομακρύνεται τελείως ο κίνδυνος να επηρεαστούν τα δίκτυα από πάσης φύσεως καιρικά φαινόμενα, κεραυνούς, θυελλώδεις ανέμους και χιονοπτώσεις, απελευθερώνονται τα ούτως ή άλλως μικρά ελληνικά πεζοδρόμια από τους στύλους της ΔΕΗ , περιορίζονται οι επικίνδυνες ηλεκτρομαγνητικές ακτινοβολίες στο αστικό περιβάλλον και βελτιώνεται η αισθητική των πόλεων, απαλλάσσοντάς τες από την ασχήμια των αιωρούμενων καλωδίων, ειδικά στις τουριστικές περιοχές.
Με ιδιαίτερη ικανοποίηση πληροφορούμαστε ότι το Υπουργείο Ενέργειας, αξιοποιώντας κονδύλια από το ταμείο ανάκαμψης, θα χρηματοδοτήσει ένα ευρύτατο πρόγραμμα υπογειοποιήσεων σε όλη τη χώρα και ειδικά στα αστικά κέντρα και τις δασικές περιοχές από όπου διέρχονται γραμμές της ΔΕΗ Πρόγραμμα που τα τελευταία χρόνια, λόγω απουσίας επενδύσεων σ’ αυτόν τον τομέα από τον ΔΕΔΔΗΕ, έμενε ανενεργό.
Αυτό, πέρα των πλεονεκτημάτων που θα έχει για τη λειτουργικότητα των δικτύων, θα ξελαφρώσει τον ΔΕΔΔΗΕ από ένα μεγάλο μέρος αστικών δικτύων. Έτσι, θα μπορέσει να διοχετεύσει το προσωπικό του στις εκτός σχεδίου περιοχές, συντηρώντας αποτελεσματικά τα εναέρια δίκτυα του, ώστε ούτε το καλοκαίρι να έχουμε πυρκαγιές, ούτε το χειμώνα πτώσεις κλαδιών στα εναέρια καλώδια, εξασφαλίζοντας ότι στο μέλλον, κανένα χωριό και καμιά επαρχιακή πόλη δεν θα αντιμετωπίσει ξανά προβλήματα διακοπών ρεύματος».